Ο
ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΜΕΝΟΣ ΛΑΓΟΣ,
Της Κατερίνας
Τζωρτζακάκη
ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ήταν ένας λαγός, γνωστός κι από
άλλο παραμύθι. Απογοητευμένος περιφερόταν στο δάσος και σκεφτόταν συνεχώς το
πάθημά του. Πώς ήταν δυνατόν να χάσει σε έναν αγώνα δρόμου από μια χελώνα; Είχε
ταπεινωθεί όσο δεν φανταζόταν ποτέ. Είχε χάσει κάθε όρεξη για τρέξιμο ή για
φαγητό. Απέφευγε να κάνει παρέα με τα άλλα ζώα, τα οποία μετά τον αγώνα δρόμου
γέλασαν μαζί του μα σύντομα ξέχασαν ό,τι συνέβη. Όταν συναντούσε το ελάφι ή την
αλεπού, άλλαζε δρόμο. Κάποιες φορές τον ρώτησαν τι του συνέβαινε. «Έφαγα κάτι
χαλασμένα καρότα και αρρώστησα» απάντησε ξεροβήχοντας και με μερικά πηδηματάκια
απομακρύνθηκε χωρίς να πει άλλη λέξη.
Ένα πρωί σαν όλα τα προηγούμενα βρισκόταν κάτω από ένα
δέντρο και λυπόταν ξανά και ξανά τον εαυτό του. Από την άλλη μεριά του δέντρου
άκουσε κάτι σαν κλάμα. Η πρώτη του αντίδραση ήταν να απομακρυνθεί με ένα
πήδημα. «Κι άλλος δυστυχισμένος, σκέφτηκε. Ποιος ξέρει τι του έτυχε εκείνου.
Πάντως σίγουρα όχι κάτι σοβαρό σαν αυτό που έπαθα εγώ. Η αποτυχία, η ντροπή
είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να ζήσει κανείς.»
Όμως το κλάμα συνεχίστηκε. Ο λαγός ένιωσε ένα σφίξιμο
στην καρδιά. Από τότε που έχασε στον αγώνα δρόμου είχε γίνει κάπως ευαίσθητος.
Πριν ήταν αδιάφορος για τον πόνο των γύρω του και αλαζόνας και ίσως και κάπως
επιφανειακός. Τώρα όμως η λύπη τον είχε κάνει να συμπονά. Αυτό κάνει συνήθως η
λύπη.
Ένα παιδί ήταν στην άλλη μεριά του δέντρου κι έκλαιγε.
«Τι σου συμβαίνει, αγοράκι;», ρώτησε ο λαγός πλησιάζοντας.
«Είμαι ο χειρότερος μαθητής στα μαθηματικά», απάντησε
το παιδί.
«Κι εγώ ο χειρότερος δρομέας», είπε ο λαγός και γέλασε
κυνικά.
«Μα πώς; Εσύ είσαι ο πιο γρήγορος του δάσους!»
«Ήμουν κάποτε μα με ταπείνωσε μια χελώνα»
«Εμένα με ταπεινώνει ο δάσκαλός μου και οι συμμαθητές
μου. Ποτέ δεν θα γίνω σαν αυτούς. Θα είμαι πάντα χαζός.»
«Εμένα μου φαίνεσαι πολύ έξυπνος», είπε ο λαγός και
του χαμογέλασε. Είχε πραγματικά πολύ καιρό να χαμογελάσει και το έκανε για να
δώσει θάρρος στο λυπημένο αγόρι.
«Αλήθεια; Τότε γιατί δεν τα καταφέρνω στο σχολείο;»
«Δεν ξέρω. Πάντως χαζός δεν είσαι. Χαζός ήμουν εγώ που
έχασα από τη χελώνα σε αγώνα δρόμου.»
«Θέλεις να γίνουμε φίλοι;», ρώτησε το αγόρι δειλά.
«Ναι», είπε ο λαγός και κάτι έλαμψε μέσα του.
«Μήπως ξέρεις καθόλου μαθηματικά;», ρώτησε το αγόρι
δειλά και πάλι.
«Μμμμμ… Όταν ήμουν λαγουδάκι στο σχολείο του δάσους
κάναμε μαθηματικά. Μα τότε νόμιζα πως ήμουν γρήγορος και δεν χρειαζόταν να μάθω
τίποτα. Δεν πρόσεχα πολύ στο μάθημα, ούτε διάβαζα πολύ.»
«Κρίμα…», είπε το αγόρι απογοητευμένο.
«Μπορώ όμως να προσπαθήσω να μάθω μαζί σου. Να έρχεσαι
κάθε μέρα σε αυτό το δέντρο με το βιβλίο σου. Θα διαβάζουμε μαζί. Ευκαιρία να
κάνω και κάτι άλλο σε αυτόν τον κόσμο εκτός από το να περιφέρω τη ντροπή και τη
θλίψη μου. Ξέρεις, με νίκησε η χελώνα στον αγώνα δρόμου, δεν ξέρω αν σου το
είπα…»
«Μα ξεπέρασέ το, βρε λαγέ! Και τι έγινε πού έχασες σε
έναν αγώνα δρόμου;»
Ο λαγός έμεινε αποσβολωμένος. Όντως. Τι έγινε που
έχασε σε έναν αγώνα δρόμου; Τίποτα το ανεπανόρθωτο. Τώρα που είχε στόχο να
βοηθήσει το παιδί στα μαθηματικά η περιπέτειά του με τη χελώνα του φαινόταν
εντελώς ασήμαντη.
Βλέποντας τα μάτια του παιδιού να το κοιτάζουν με
ελπίδα ένιωσε το ξόρκι της αποτυχίας του
να λύνεται. Ένιωσε στα πόδια του φτερά. Ένιωσε πάλι χαρά στην καρδιά του. Ενθουσιασμένος
ονειρεύτηκε ένα καλύτερο αύριο για εκείνον και τον φίλο του. Αγκάλιασε το παιδί και του υποσχέθηκε να το
βοηθήσει όσο περισσότερο μπορούσε. Έτσι και έγινε.
Και ξέρετε κάτι; Τελικά ο λαγός ήταν καλός στα
μαθηματικά. Αλλά και το αγόρι δεν ήταν χαζό. Απλώς ο δάσκαλός του δεν ήξερε τον
τρόπο να του διδάξει τα μαθηματικά. Μερικές φορές χρειαζόμαστε τον δικό μας
τρόπο για να μάθουμε κάτι και δεν μας βοηθάει ο τρόπος που χρησιμοποιούν τόσοι
και τόσοι άλλοι.
Έτσι ο λαγός με τη βοήθεια του παιδιού βρήκε πάλι τον
εαυτό του.
Μια μέρα είδε τη χελώνα από μακριά. «Χελωνίτσα μου
καλή! Τι κάνεις; Είσαι τόσο όμορφη! Θέλω να σου πω πόσο σε ευχαριστώ για το
πάθημα που μου χάρισες! Μου άλλαξες τη ζωή!» της είπε και της έσκασε ένα φιλί
στο μάγουλο.
«Αυτός ο λαγός δεν είναι καθόλου καλά…», μουρμούρισε η
χελώνα και απομακρύνθηκε απορημένη μα μέσα της χαιρόταν που ο φίλος της είχε
ξεπεράσει επιτέλους την αποτυχία του.
Μια ιστορία
εμπνευσμένη από την επίσκεψή μου στο σπίτι μιας οικογένειας του HomeStart Πειραιά και την αρχή μιας νέας
σχέσης με δυο δίδυμα αδέρφια δέκα ετών, που έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά. Η
δουλειά που κάνουμε στο HomeStart, όπως και κάθε εθελοντική εργασία είναι πάνω από όλα
έμπνευση. Είναι σχέση. Οι εθελοντές επισκέπτονται τις οικογένειες στα σπίτια
τους. Αναπόφευκτα θα δεθούν περισσότερο μαζί τους. Θα μάθουν τους
εξυπηρετούμενους πολύ καλύτερα από ό,τι αν τους έβλεπαν σε ένα επαγγελματικό
περιβάλλον αφού θα τους δουν να κινούνται στον οικείο χώρο τους. Θα νιώσουν πως
συμμετέχουν με κάποιο τρόπο στη ζωή των οικογενειών αυτών.
Όταν δουλεύουμε με παιδιά, η αίσθηση της
ευθύνης είναι πάντα μεγάλη. Μα η ελπίδα πως ίσως αφήσουμε κάτι λίγο, κάτι ελάχιστο στη ζωή τους είναι το κίνητρο
και αυτό που τελικά κάνει αυτήν την προσπάθεια να αξίζει